Ο βουλευτής Εύβοιας του ΣΥΡΙΖΑ και υπεύθυνος συντονισμού θεμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της Κ.Ο, Βαγγέλης Αποστόλου, χαιρετίζοντας το 20ο Πανελλήνιο Συνέδριο των Νέων Αγροτών που διεξάγεται στη Λαμία από τις 30/8 έως την 1/9/13, ανέφερε μεταξύ άλλων τα παρακάτω:
«Θα σταθώ σε τρία προβλήματα, το πρώτο είναι η ηλικιακή διάρθρωση των αγροτών, το δεύτερο η σύνθεση της παραγωγής και το τρίτο η προστιθέμενη αξία της.
Το 55% των απασχολούμενων είναι πάνω από 55 ετών και μόνο το 7% είναι κάτω από 35, δηλαδή ολοένα και γερνάει ο αγροτικός χώρος, η σχέση μεταξύ φυτικής και ζωϊκής παραγωγής είναι 72/28, δηλαδή αντιστρόφως ανάλογη των αναγκών της ελληνικής κοινωνίας και η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία φτάνει μόλις στο 50% και στο σύνολο της οικονομίας μόνο στο 1,5% .
Η ηλικιακή διάρθρωση έχει άμεση σχέση με τις δυνατότητες απασχόλησης που προσφέρει ο χώρος στους νέους αγρότες ,σε σας. Κι αυτές δεν είναι ενθαρρυντικές.
Οι Νέοι Αγρότες έχουν όλα τα προβλήματα που έχει ο κάθε αγρότης και επί πλέον αντιμετωπίζουν μια πολιτεία, που λόγω έλλειψης κεντρικού σχεδιασμού, αφήνει απροστάτευτους τους πολίτες που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τη γη.
Με υπαιτιότητα του ΥπΑΑΤ πολλοί νέοι αγρότες που είχαν ενταχθεί στα προγράμματα στήριξης για νεοεισερχόμενους , κινδυνεύουν όχι μόνο να μην τους καταβληθούν τα οφειλόμενα χρήματα, αλλά και να τους ζητηθεί η άμεση επιστροφή όσων χρημάτων έχουν ήδη λάβει.
Αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Το ΥΠΑΑΤ ζητά τη προσκόμιση βεβαίωσης παρακολούθησης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης διάρκειας 150 ωρών, ώστε να λάβουν τη δεύτερη δόση και να συνεχίσουν να είναι ενταγμένοι στο πρόγραμμα, ενώ ο ΕΛΓΟ «Δήμητρα» δεν έχει υλοποιήσει πρόγραμμα εκπαίδευσης για τους νέους αγρότες στην περιοχή τους .
Σε όλα αυτά να προσθέσω και τη θεσμική τους απαξίωση και ειδικά τη μη συμμετοχή τους στα όργανα που χαράσσουν στρατηγικές .
Η σχέση μεταξύ φυτικής και ζωικής παραγωγής είναι αυτή που έχει οδηγήσει την αξία των εισαγόμενων αγροτικών προϊόντων σε υψηλό σημείο, στο 13,6% της συνολικής αξίας των εισαγωγών, με αποτέλεσμα το αρνητικό ισοζύγιο στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων της χώρας να ξεπερνά τα 2 δις ευρώ.
Η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί την εισαγωγή μέτρων για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, όπως εθνικό σχέδιο γενετικής βελτίωσης και αξιοποίησης των φυλών των αγροτικών ζώων, στήριξη καλλιέργειας πρωτεϊνούχων κτηνοτροφικών φυτών για ζωοτροφές, άμεση ρύθμιση εκκρεμών ζητημάτων βοσκοτόπων κ.α.
Η αύξηση της προστιθέμενης αξίας μπορεί να προκύψει μέσα από την παραγωγή ευρέως φάσματος ποιοτικών και τυποποιημένων προϊόντων και μάλιστα με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα .
Τα περιθώρια είναι μεγάλα. Έχουμε τις ίδιες σχεδόν λιανικές τιμές και το ίδιο περίπου κόστος παραγωγής με την Ε.Ε., όμως η σχέση τιμών παραγωγού και καταναλωτή είναι στη χώρα μας 1 προς 6 και στην Ε.Ε. 1 προς 3 .
Κάθε μονάδα προστιθέμενης αξίας μπορεί να προσδώσει όχι μόνο πολλαπλάσια αύξηση της απασχόλησης αλλά και αύξηση στο αγροτικό ΑΕΠ κατά 5%, χωρίς αυτό να σημαίνει αύξηση της τιμής του καταναλωτή, αρκεί να αντιμετωπιστεί το υπερβολικό ποσοστό των μεσαζόντων του χώρου .
Το όραμά του ΣΥΡΙΖΑ για τον αγροτικό χώρο είναι πολύ διαφορετικό.
Θα αντιμετωπίσει ριζικά όλα τα χρόνια προβλήματα μέσα από την ανατροπή του σημερινού παραγωγικού και διατροφικού μοντέλου και την ανάδειξη του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος ως ενός από τα κύρια παραγωγικά συμπλέγματα παρέμβασης για την Ελληνική οικονομία.
Είναι φανερό ότι αυτή η ανάδειξη χωρίς παραγωγικές επενδύσεις δεν γίνεται. Η επαναφορά στον ευρύτερο δημόσιο τομέα των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας για τον αγροτικό χώρο που ιδιωτικοποιήθηκαν πρόσφατα και η αξιοποίησή τους ως εργαλείο για την πραγματική ανάπτυξη είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Η περίπτωση της Δωδώνης είναι χαρακτηριστική ... εργαζόμενοι, κτηνοτρόφοι, οικονομική ζωή της περιοχής … τεράστιες οι αρνητικές επιπτώσεις .
Αυτή η αναγκαία αλλαγή πορείας και η επανεκκίνηση της αγροτικής οικονομίας όμως θα ευδοκιμήσει και θα αποκτήσει μόνιμα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά, μόνο αν αντιμετωπισθούν η μνημονιακή πολιτική, η χρόνια πολιτική του κομματικών σκοπιμοτήτων στο χώρο, τα διαρθρωτικά προβλήματα και οι σύγχρονες ανάγκες βελτίωσης υποδομών, μηχανισμών και νοοτροπιών.
Γι αυτό και επείγει η απαλλαγή της χώρας από τη σημερινή διακυβέρνηση.»