(*) Συνέντευξη στην Αντιγόνη Ζούντα και την Αυγή της Κυριακής
Την αναγκαιότητα άμεσης διευθέτησης του κρίσιμου ζητήματος της διαχείρισης των βοσκήσιμων γαιών, όχι μόνο για τη διασφάλιση των ενισχύσεων των Ελλήνων κτηνοτρόφων στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ, αλλά και για να πάψει η "αιμορραγία" από πρόστιμα που επιβάλλει η Ε.Ε., συνολικού ύψους άνω των 2,5 δισ. ευρώ, τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός ΠΑΠΕΝ Βαγγέλης Αποστόλου.
Μιλώντας στην "Αυγή" της Κυριακής δίνει διευκρινίσεις και απαντά στην κριτική επί του σχεδίου νόμου για τις βοσκήσιμες γαίες και ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση για αποχαρακτηρισμούς δασών, αντίθετα με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις ενισχύεται η υπεράσπιση του δασικού χαρακτήρα των εδαφών αυτών.
* Ποια ανάγκη σας οδήγησε στην κατάθεση ενός νομοσχεδίου που θεσμοθετεί νέες χρήσεις γης;
Ο λόγος είναι ότι η Ελλάδα, αν και διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό διάσωσης (67%) στην Ευρώπη, είναι η μόνη χώρα που δεν απορροφά σωστά τις ενισχύσεις της κτηνοτροφίας, φτάνοντας μέχρι του σημείου να πληρώνει πρόστιμα (ξεπερνούν τα 2,5 δισ. ευρώ) γιατί δεν αξιοποιεί και δεν διαχειρίζεται σωστά τους βοσκοτόπους της.
Αν δεν ληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες θα υπάρξουν σοβαρότερες επιπτώσεις στα δικαιώματα ενίσχυσης -περί τα 500 εκατ. ευρώ τον χρόνο- της νέας ΚΑΠ, που κι αυτά θα κατανεμηθούν με βάση την έκταση των επιλέξιμων βοσκήσιμων γαιών.
Γι' αυτό κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστούν τα όρια των εκτάσεων αυτών, η πλειονότητα των οποίων είναι είτε δασικές με αραιά ξυλώδη βλάστηση (θαμνολίβαδα-φρυγανολίβαδα), είτε χορτολιβαδικές.
Το σίγουρο όμως είναι ότι δεν είχα καμία πρόθεση να προτείνω αποχαρακτηρισμούς στα δάση (είναι γνωστή η πορεία μου), πόσο μάλλον όταν οι προτεινόμενες ρυθμίσεις ενισχύουν την υπεράσπιση του δασικού χαρακτήρα αυτών των εδαφών, δεσμεύοντας τη χρήση τους.
* Το σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει τελικά τα προβλήματα ή μήπως δημιουργεί πρόσθετα, αναφορικά με τις δασικές εκτάσεις;
Κανένα πρόβλημα δεν θα προκύψει για τις εκτάσεις αυτές, αφού ο σχεδιασμός που προτείνεται προβλέπει τον καθορισμό τους ως βοσκήσιμων γαιών, χωρίς να χάνουν, όχι μόνο τον χαρακτήρα τους, αλλά ούτε και τη δασοπολιτική τους επιτήρηση.
Η προωθούμενη θεσμική θωράκιση της κτηνοτροφίας προκύπτει από την πίεση που ασκούν στη πολιτεία οι αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας για να ρυθμίσει, κατά τρόπο απλό και ουσιαστικό, τα θέματα που σχετίζονται με την παραγωγική αξιοποίηση των βοσκήσιμων γαιών.
* Μήπως με τις προτεινόμενες διατάξεις υπονομεύεται η προστασία των εμπράγματων δικαιωμάτων του Δημοσίου;
Σε καμία διάταξη του νομοσχεδίου δεν γίνεται λόγος για μεταβολή του δασικού χαρακτήρα των εδαφών που εντάσσονται στις βοσκήσιμες γαίες. Η δέσμευση για τη χρήση τους ως βοσκοτόπων διασφαλίζει ακόμη περισσότερο την απαγόρευση αλλαγής τους. Κι επειδή στις περισσότερες περιοχές της χώρας η δέσμευση αυτή συνδέεται με το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου, προκύπτει ακόμη ισχυρότερη προστασία των εμπράγματων δικαιωμάτων του σε αυτές τις εκτάσεις.
Δημιουργείται για πρώτη φορά στη χώρα μας Εθνική Γεωγραφική Βάση Δεδομένων των απαραίτητων βοσκήσιμων γαιών, χωρίς σε καμία των περιπτώσεων να επιτρέψει την αλλαγή του χαρακτήρα των δασικών εκτάσεων. Η βάση θα επικαιροποιείται και θα αποτελεί τη δεξαμενή από την οποία θα αντλούνται οι επιλέξιμες για βόσκηση εκτάσεις.
* Πόσες και ποιες από τις δασικού χαρακτήρα εκτάσεις της χώρας μπορούν να ενταχθούν στις βοσκήσιμες γαίες και πόσες μπορούν να θεωρηθούν επιλέξιμες;
Από τα υπάρχοντα στοιχεία προκύπτει ότι οι εν δυνάμει βοσκήσιμες γαίες ανέρχονται στα 50 εκατ. στρέμματα.
Τα δικαιώματα χρήσης βοσκής θα στηρίζονται σε εγκεκριμένα διαχειριστικά σχέδια βοσκής, που θα συντάσσονται και θα έχουν ισχύ από 3 μέχρι 5 έτη και στη συνέχεια θα αναθεωρούνται, με ευθύνη του Δήμου ή της Περιφερειακής Ενότητας, αναλόγως του χωρικού εύρους της μελετούμενης έκτασης. Η δε κατανομή τους θα γίνεται από αρμόδια Επιτροπή της Περιφερειακής Ενότητας με τη συμμετοχή και εκπροσώπων του οικείου Δήμου, των κτηνοτροφικών οργανώσεων και της αρμόδιας Δασικής Υπηρεσίας.
* Υπάρχει περίπτωση να κατακερματίζεται ο ενιαίος δασικός χώρος με το πρόσχημα της ανάπτυξης της κτηνοτροφίας;
Η αιγοπροβατοτροφία, που αποτελεί τον κυριότερο κλάδο της κτηνοτροφίας, έχει δικαίωμα να έχει το δικό της "βοσκοχώρο". Άλλωστε κάτι τέτοιο θεσμοθετήθηκε στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ καθορίζοντας ως μία από τις τρεις προς χρηματοδότηση περιφέρειες εκείνη των βοσκοτόπων.
Επόμενο βήμα της πολιτείας είναι οι απαραίτητες εσωτερικές ρυθμίσεις, βάσει των οποίων θα οριοθετηθούν και θα κατοχυρωθούν οι εκτάσεις αυτές μέσα από τα οριστικά διαχειριστικά σχέδια.
Με μια τέτοια ενέργεια δεν κατακερματίζεται ο ενιαίος δασικός χώρος. Αντίθετα, αφού θα υπάρχει ο κτηνοτροφικός χώρος οι κτηνοτρόφοι θα περιορίζονται σε αυτόν και θα τον υπερασπίζονται ως τέτοιο, μια και θα έχει συνδεθεί με την επιβίωσή τους στην ύπαιθρο.
Εξάλλου δεν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή μας ότι καλύτεροι φύλακες και προστάτες των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας μας είναι οι άνθρωποι που ζουν μέσα και από το δάσος.
* Με αυτό τον τρόπο δεν φαλκιδεύεται η προσπάθεια οικολογικής και δασοτεχνικής ανόρθωσης της δασικής γης;
Η οικολογική και η δασοτεχνική ανόρθωση της δασικής γης δεν υπηρετείται με την παντελή απουσία αγροτικών ζώων από τις περιοχές αυτές και την απαγόρευση της βόσκησης, αλλά με τη λελογισμένη άσκησή της και την ορθολογική διαχείριση των βοσκήσιμων εκτάσεων. Είναι πλέον αποδεκτό από την επιστημονική κοινότητα ότι η κανονική βόσκηση συμβάλλει καθοριστικά στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Μάλιστα πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι η ελεγχόμενη βόσκηση, όπως θα είναι αυτή των διαχειριστικών σχεδίων, μπορεί να λειτουργεί ως εργαλείο διαχείρισης του περιβάλλοντος, επιδρώντας με ευνοϊκό τρόπο στην οικολογική ισορροπία.
* Είναι συμβατές με τη βοσκή οι παράλληλες χρήσεις, χωρίς να αλλοιώνεται η φυσιογνωμία του τοπίου;
Συμβατές με τη βοσκή παράλληλες χρήσεις είναι αυτές που δεν υποβαθμίζουν τη βοσκοϊκανότητα και δεν αποτρέπουν τη χρήση της βοσκής.
Η αξιοποίηση των βοσκήσιμων γαιών μέσω της ορθολογικής διαχείρισής τους θα έχει ως αποτέλεσμα να διατηρηθεί το άρρηκτα συνδεδεμένο με το φυσικό περιβάλλον ζωικό γενετικό υλικό των τοπικών φυλών αγροτικών ζώων, που συμμετέχουν όχι μόνο ως απλά μέσα συγκομιδής και αξιοποίησης της παραγωγής βοσκήσιμης ύλης, αλλά και ως βασικοί συστατικοί παράγοντες του οικοσυστήματος.
Το ζωικό γενετικό κεφάλαιο της χώρας, που διατρέφεται με φυσική ξυλώδη ή ποώδη βλάστηση, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του περιβάλλοντός μας, συμβάλλοντας από την πλευρά του στην παραγωγή προϊόντων με προστιθέμενη αξία, όπως είναι τα προϊόντα ΠΟΠ ή ΠΓΕ, με κυρίαρχο και εμβληματικό προϊόν τη φέτα.
* Η περιορισμένη ανάπτυξη της κτηνοτροφίας οφείλεται κυρίως στην έλλειψη εκτάσεων για βόσκηση ή/και στην απρογραμμάτιστη και ανεπαρκή χρηματοδότηση, καθώς και στη λανθασμένη άσκησή της;
Η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας γενικά και της αιγοπροβατοτροφίας ειδικότερα πάσχει από το υψηλό κόστος παραγωγής και σ' αυτό σημαντικό ρόλο παίζει το υψηλό κόστος διατροφής. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα οφείλεται κυρίως σ' αυτό τον παράγοντα. Η περιορισμένη συμμετοχή των βοσκοτόπων στη διατροφή των αιγοπροβάτων είναι η βασική αιτία.
Υπάρχει λοιπόν σοβαρό πρόβλημα βοσκοτόπων. Εφόσον είναι γνωστή η έκταση των βοσκήσιμων γαιών, μπορούν να υπολογιστούν η έκτασή τους, η βοσκοϊκανότητα και ο αριθμός ζώων (βοσκοφόρτωση) που μπορεί να βόσκει κατά περίπτωση. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει έλεγχος στη βόσκηση κατά χρόνο (περίοδο) και ένταση (αριθμός ζώων που θα βόσκει) και όσο είναι καιρός να διασωθεί ο τεράστιος αυτός νομευτικός πόρος της χώρας.