(*) Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία 19/12/2013
Ποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν στον ενεργειακό σχεδιασμό της ΔΕΗ
Η ανάγκη επανασύνδεσης του ηλεκτρικού ρεύματος σε όσες οικογένειες κινδυνεύουν να παγώσουν ανέδειξε όχι μόνο το πρόβλημα αλλά και τη σκόπιμη αποστασιοποίηση της κυβέρνησης από το προφανές: Οι πολίτες που δεν πληρώνουν το λογαριασμό ρεύματος αυτή την εποχή δεν είναι οι μπαταξήδες, αλλά αυτοί που αδυνατούν να πληρώσουν. Η επανασύνδεση του ρεύματος σε όλους ήταν η άμεση απάντηση στο πρόβλημα, τα υπόλοιπα έπονται.
Ταυτόχρονα φάνηκε και η έλλειψη εκείνου του σχεδιασμού στη ΔΕΗ που θα της δίνει τη δυνατότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα -η κρίση δεν θα τελειώσει γρήγορα- να παρέχει κατά περίπτωση στους πολίτες που έχουν ανάγκη, φθηνό και δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα.
Οπως είναι γνωστό η απελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας με το Ν. 2773/99 δεν έφερε το «θεωρητικά» επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της μείωσης των τιμών στον καταναλωτή, αφού το ρεύμα από βασικό κοινωνικό αγαθό χαρακτηρίστηκε προϊόν και η λογική της κοινής ωφέλειας αντικαταστάθηκε από αυτήν της κερδοφορίας.
Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος: ο ενεργειακός σχεδιασμός που προέκυψε να υπηρετήσει τους επενδυτές κι όχι τις κοινωνικές ανάγκες κι αυτό φάνηκε αμέσως με την είσοδο όλων των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών στο σύστημα. Μάλιστα δε για τη διευκόλυνσή τους απαγορεύτηκε στη ΔΕΗ να κατασκευάσει νέα εργοστάσια.
Δυστυχώς, σε στιγμές βαθιάς κρίσης της εθνικής μας οικονομίας, η εγκατάλειψη των δυνατοτήτων παραγωγής φτηνού ηλεκτρικού ρεύματος από τους εγχώριους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά έργα, και η υποκατάστασή της είτε από ακριβά εισαγόμενα καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο), είτε από πολυδάπανες ηλιακές KWH (λόγω εισαγωγής φωτοβολταϊκών πάνελ), σήμαιναν για τον καταναλωτή όχι μόνο την αγορά πανάκριβου ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και τη μεταφορά στις πλάτες του των ελλειμμάτων της ΔΕΗ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το κόστος παραγωγής ρεύματος από υδροηλεκτρικά είναι ανύπαρκτο και από λιγνίτη κυμαίνεται γύρω στα 50 ευρώ/MWH, το αντίστοιχο κόστος για τα αιολικά φτάνει στα 97 και για τα φωτοβολταϊκά στα 400 ευρώ/MWH.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έχει οδηγήσει τη ΔΕΗ μέχρι του σημείου να πληρώνει κάθε χρόνο σε κατόχους ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων περισσότερα από 300 εκατ. ευρώ, ακόμη κι όταν δεν παράγουν ούτε μία KWH.
Είναι άδικο, τη στιγμή που τα ελληνικά νοικοκυριά, οι άνεργοι και οι οικονομικά εξαντλημένοι πολίτες πληρώνουν για την κατανάλωση ρεύματος από 77,93 ευρώ/MWH έως 102,52 ευρώ/ MWH, η ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) με απόφασή της να δίνει τη δυνατότητα στην «Αλουμίνιον της Ελλάδος ΑΤΕ» να ηλεκτροδοτείται με 36,6 ευρώ/MWH. Κι αυτό με δεδομένο ότι η εταιρεία αυτή είναι αυτοπαραγωγός (έχει δηλαδή δικό της εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας) και πουλάει στη ΔΕΗ το ρεύμα που παράγει με προτεραιότητα και με την προκαθορισμένη τιμή των 87,8 ευρώ/ MWH.
Οπως επίσης είναι άδικο να έχει τη δυνατότητα η χώρα μας σε περίοδο οικονομικής κρίσης, που οι ανάγκες για παροχή φθηνού ηλεκτρικού ρεύματος είναι αυξημένες και μπορούν να καλυφθούν αξιοποιώντας τα εγχώρια καύσιμα (λιγνίτης και νερό), δημιουργώντας μάλιστα και νέες θέσεις εργασίας, να καταφεύγει σε συμβάσεις δυσβάσταχτες σε κόστος για τον ελληνικό λαό.
Το ζήτημα της παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να το δούμε πλέον όχι μόνο από την πλευρά της επιλογής του βέλτιστου ενεργειακού μείγματος για την επάρκεια, ασφάλεια εφοδιασμού, οικονομικότητα και προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών για παροχή δωρεάν και φθηνού ηλεκτρικού ρεύματος, προστατεύοντας ταυτόχρονα και την ομαλή λειτουργία της ΔΕΗ.
Η συζήτηση πρέπει να ανοίξει και για έναν ακόμη λόγο: Δεν επιτρέπεται όταν η εγκατεστημένη ισχύς για την κάλυψη της αιχμής ζήτησης ξεπερνά τα 10.000 MW ενώ η πραγματική ζήτηση δεν ξεπερνά τα 6.000 MW να πληρώνει ο ελληνικός λαός με το καθεστώς των συμβάσεων και επιδοτήσεων που εφαρμόζεται σε όλους τους συνδεδεμένους παραγωγούς 300 εκατ. ευρώ, αδιακρίτως αναγκών και εισροών στο σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου