Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Η διατροφή μας στο έλεος της κερδοσκοπίας (*)

Λήψη μέτρων σε όλο το φάσμα παραγωγής και διακίνησης


(*) Δημοσιεύτηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 3/4/2013 

Παρά τις προσπάθειες που γίνονται, τόσο από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων όσο και από τους εμπλεκομένους, να υποβαθμιστεί το σκάνδαλο της νοθείας βόειου κρέατος με αλογίσιο, τα αλλεπάλληλα κρούσματα τους διαψεύδουν.

Επί δύο μήνες η κοινή γνώμη διερωτάται ανήσυχη για το μέγεθος της νοθείας, για την ασφάλεια και την υγιεινή των προϊόντων που ήδη έχουν καταναλωθεί, για τους υπευθύνους του σκανδάλου και για τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί. Η πραγματικότητα δείχνει δυστυχώς ότι είναι τόσο αναποτελεσματικοί και απαξιωμένοι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, που ακόμη μία φορά εμπεδώνεται η κοινή αντίληψη ότι δεν γνωρίζουμε τι τρώμε.

Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αποφεύγει να δώσει σαφείς απαντήσεις και αρκείται στη διακίνηση εγγράφων μεταξύ των υπηρεσιών και όχι στις ενέργειες και τα αποτελέσματα αυτών. Ο ΕΦΕΤ αρκείται κι αυτός στους εργαστηριακούς ελέγχους, που αφορούν μόνο το μέγεθος της νοθείας και όχι την ασφάλεια και υγιεινή των τροφίμων.
Η ανάληψη της ευθύνης του ΕΦΕΤ από τον Γιάννη Τσάλτα δημιούργησε τις προϋποθέσεις αποτελεσματικότερης λειτουργίας των υπηρεσιών του, αλλά η υποστελέχωσή του και η πολυδιάσπαση των αρμοδιοτήτων του καθιστούν αδύνατο τον ουσιαστικό έλεγχο του διατροφικού χώρου.

Η γνωστοποίηση της ύπαρξης 12 θετικών σε αλογίσιο κρέας δειγμάτων, χωρίς να γίνει γνωστό τι προϊόντα ήταν (νωπό κρέας, κιμάς ή παρασκευάσματα κρέατος;), από ποιες επιχειρήσεις είχε γίνει η δειγματοληψία και ποιες κυρώσεις επιβλήθηκαν, δεν καθησυχάζει τον καταναλωτή. Και βέβαια δεν πληροφορηθήκαμε ποιος διακίνησε τα 75 χιλιάδες κιλά, που έχει αποδειχθεί ότι έχουν εισαχθεί στην ελληνική αγορά, την προέλευσή τους αλλά και την κατάληξή τους σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και επιχειρήσεις.

Καθίσταται λοιπόν προφανής η αναγκαιότητα για προληπτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν προς αποτροπή παρόμοιου φαινομένου στο μέλλον, πόσω μάλλον που λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών συνθηκών οι καταναλωτές στρέφονται σε προϊόντα χαμηλότερης τιμής και αυξημένης επικινδυνότητας, πίσω από την οποία βρίσκεται και μια τεράστια κερδοσκοπική εκμετάλλευση. Το κόστος των συγκεκριμένων παρασκευασμάτων υποχωρεί πολλαπλάσια από τη νοθεία του με φθηνότερη πρώτη ύλη.

Ο έλεγχος των τροφίμων πρέπει να έχει στόχο τη διατροφική ασφάλεια αλλά και τη δημιουργία υγιούς περιβάλλοντος για την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς. Γι' αυτό και μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στην ασφάλεια των τροφίμων που παράγονται στη χώρα μας απαιτεί τη λήψη μέτρων σε όλο το φάσμα της παραγωγής και της διακίνησης, από το χωράφι του παραγωγού, την ορθή μεταχείριση και διατροφή των ζώων και την υγεία των φυτών μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή.

Τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα με τα εισαγόμενα ζωοκομικά προϊόντα και ιδιαίτερα από τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, που εδώ και 20 χρόνια είναι υπεύθυνες για τα γνωστότερα διατροφικά σκάνδαλα, από τη νόσο των τρελών αγελάδων της Μεγάλης Βρετανίας και τις διοξίνες των κοτόπουλων του Βελγίου, μέχρι την πρόσφατη νοθεία με αλογίσιο κρέας των έτοιμων γευμάτων, που όλοι ακόμη και σήμερα ψάχνονται να βρουν την αφετηρία του και την εξάπλωσή του.

Για να αντιμετωπιστούν τα συγκεκριμένα κρούσματα αποτελεσματικά χρειάζονται και τη λειτουργία ενός ενιαίου, πλήρους και αποτελεσματικού συστήματος ελέγχων, πράγμα που φαίνεται ότι προς το παρόν δεν υπάρχει.

Το κυρίαρχο όμως ζήτημα για τη χώρα μας είναι εάν θα συνεχίσει να στέργει στις επιβουλές των ισχυρών της Ε.Ε. και του ΠΟΕ ή θα αντισταθεί με τη στήριξη του δικού της παραδοσιακού μοντέλου διατροφής. Ενα μοντέλο που είναι από τα πιο πλούσια και υγιεινά στην Ευρώπη και στηρίζεται στη χρήση παραδοσιακών πρώτων υλών που τόσο απλόχερα τις παρέχει με το μεσογειακό κλίμα και το φυσικό ανάγλυφο.
Αν συμβεί το πρώτο όχι μόνο θα επαναλαμβάνονται περιστατικά εις βάρος της υγείας μας (σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια, διοξίνες κ.λπ.), αλλά και θα υπάρξουν επιπτώσεις μέχρι εξαφανισμού του αγροτικού τομέα.

Για να συμβεί το δεύτερο χρειάζονται συγκεκριμένες πολιτικές κι ανθρώπους που θα τις εφαρμόσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου