Άρθρο του Βαγγέλη Αποστόλου, βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Εύβοιας & πρώην Υπουργού
Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα του αγροτικού χώρου αυτή την περίοδο είναι η λεηλασία και το ξεπούλημα που γίνεται στα ακίνητα των συνεταιρισμών. Κι αυτό με πρόσχημα την υπερχρέωσή του, που ξεπερνά σήμερα τα 4 δισ. ευρώ. Αν δε προσθέσουμε τις οφειλές προς το Δημόσιο από ΦΠΑ, προς το ΙΚΑ από ασφαλιστικές εισφορές και τους καταλογισμούς που μας έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τότε φτάνουμε στα 6 δισ. ευρώ, ποσό που ξεπερνά κατά πολύ την ακαθάριστη αξία της αγροτικής παραγωγής που δηλώνεται.
Η αγροτική πίστη στη χώρα μας ήταν ταυτόσημη με την Αγροτική Τράπεζα, τουλάχιστον μέχρι το 1991, αλλά και μέχρι το 2012 που η ΑΤΕ μεταφέρθηκε σε ιδιωτική τράπεζα. Είχε δε κύριο αντικείμενο τη στήριξη των αγροτών και των οργανώσεών τους, πράγμα που λειτούργησε αρκετές φορές σε λάθος παρεμβάσεις στην αγορά, αλλά και σε ποδηγέτηση τον χώρο.
Η είσοδός μας όμως στην ΕΟΚ βάζει κι άλλον παίκτη στον χώρο, την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), και μάλιστα πολύ δυναμικά, γιατί φέρνει μεν κοινοτικές ενισχύσεις (το 55% των πόρων του ΕΣΠΑ), αλλά απαγορεύει στις κυβερνήσεις να ενισχύουν την αγροτική δραστηριότητα.
Εκτοτε τόσο η ΑΤΕ όσο και οι οργανώσεις με τους ιδιώτες απορρόφησαν πολλά κοινοτικά κονδύλια, χωρίς να διαθέτουν την απαραίτητη συμμετοχή, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν τέτοιες δυσκολίες που οδήγησαν και την αγροτική πίστη σε άλλα μονοπάτια. Πολλά έχουν γραφεί και ειπωθεί για τον τρόπο λειτουργίας των συνεταιρισμών εκείνη την περίοδο, ένα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ήταν η κακοδιαχείριση των οικονομικών τους.
Με σειρά νόμων επιχειρήθηκε πολλές φορές να ρυθμιστούν τα δάνεια αγροτών, συνεταιρισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων του αγροτικού τομέα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι νόμοι: 2008/92, 2237/94, 2538/98 και 3259/2004, γνωστός και ως νόμος για τα πανωτόκια. Παρά το γεγονός ότι είχαν ευρεία εφαρμογή, δεν κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν ριζικά το πρόβλημα της υπερχρέωσης που δημιουργήθηκε κυρίως κατά την περίοδο 1990-2000, που τα επιτόκια κυμαίνονταν σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Μάλιστα οι ρυθμίσεις των δανείων που πραγματοποιήθηκαν από τους δύο πρώτους νόμους κρίθηκαν από τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια ότι αντίκεινται στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και ζητήθηκε η ανάκτηση ποσού 460 εκατ. ευρώ, που ύστερα από αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμορφώθηκε αρχές του 2018 στα 100 εκατ. ευρώ, ένα ποσό που κι αυτό είναι δύσκολο να εξυπηρετηθεί.
Όπως είναι γνωστό, όταν η ΑΤΕ το 2012 οδηγήθηκε σε εκκαθάριση, τα θεωρούμενα ενήμερα δάνεια πέρασαν στην Τράπεζα Πειραιώς, ενώ τα υπερήμερα παρέμειναν υπό εκκαθάριση στην PQH. Τα ποσά αυτών των δανείων, με στοιχεία του 2017, ανέρχονται για τα φυσικά πρόσωπα (αγρότες) στο 1,9 δισ. ευρώ και για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς στο 1,6 δισ., δηλαδή συνολικά στα 3,5 δισ. Αφορούν δε 700 συνεταιρισμούς, μεταξύ των οποίων και αρκετοί ενεργοί με παραγωγική παρουσία στην περιφέρειά τους και 85.000 λογαριασμούς φυσικών προσώπων.
Είναι πέρα από βέβαιο ότι κανένας από αυτούς τους οφειλέτες δεν έχει σήμερα την οικονομική δυνατότητα εξυπηρέτησης των οφειλών του στον περιορισμένο χρονικό ορίζοντα που του ζητά η εκκαθαρίστρια εταιρεία, χωρίς να δυσχεράνει τη λειτουργία και τη ρευστότητά του.
Η κατάσταση που διαμορφώθηκε με το κλείσιμο της ΑΤΕ μαζί με τις τότε στρεβλώσεις πρέπει απαραίτητα να διορθωθεί. Οπως είναι αναγκαίο για τον χώρο, οι συνεταιριστικές και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που λειτουργούν να μην οδηγηθούν σε άτακτη διακοπή της δραστηριότητάς τους.
Πάνω από όλα όμως είναι αναγκαίο να σταματήσει η PQH την κίνηση που άρχισε πριν από ενάμιση χρόνο να ειδοποιεί συστηματικά οφειλέτες ότι μεταβιβάζει τις απαιτήσεις της σε εταιρεία διαχείρισης ενυπόθηκων δανείων, που σημαίνει πλειστηριασμούς και άλλες διαδικασίες αναγκαστικής είσπραξης. Η διαδικασία αυτή όχι μόνο δεν θα προσφέρει ουσιαστικό όφελος στα δημόσια έσοδα, αλλά και θα στερήσει την αγροτική δραστηριότητα από υποδομές που έχει ανάγκη και μάλιστα σε μια ώρα που μπορεί να αναλάβει σημαντικό βάρος στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Δυστυχώς η κυβέρνηση τη μοναδική κίνηση που έχει κάνει για την αντιμετώπιση του προβλήματος στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ήταν να καταργήσει τον ΟΔΙΑΓΕ, τον Οργανισμό εκείνο που είχε συστήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για να διαχειριστεί όλη αυτή την περιουσία με αγροτικό πρόσημο.
Ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είχε δεσμευτεί ότι θα ενημερώσει την Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου για τη λειτουργία της PQH και την πορεία της εκκαθάρισης. Φαίνεται ότι όταν έφυγε ο υπουργός από το υπουργείο έφυγε και η υπόσχεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου