Ήταν στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης όταν για πρώτη φορά ακούστηκε από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, Αλέξη Τσίπρα, η φράση "αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα", σηματοδοτώντας το βάρος που θα δώσει η ριζοσπαστική Αριστερά στην αγροτική δραστηριότητα, από την αξιοπρεπή επιβίωση του απασχολούμενου μέχρι την επαρκή και υγιεινή διατροφή του καταναλωτή.
Η επάρκεια ασφαλών και ποιοτικών τροφίμων αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην οποία οφείλει να απαντήσει πλέον μια σύγχρονη αγροτοδιατροφική πολιτική. Πρόκειται ουσιαστικά για μία από τις βασικότερες κοινωνικές απαιτήσεις που μπορεί να διαμορφώσει έναν υγιή και δίκαιο ανταγωνισμό στη διατροφική αλυσίδα.
Το διατροφικό μοντέλο του ΣΥΡΙΖΑ προσεγγίζει τη διατροφή ως κοινωνικό αγαθό που οφείλει να υπηρετεί την προστασία όχι μόνο των μικρομεσαίων παραγωγών, αλλά και των αδύναμων καταναλωτών. Γι' αυτό και στη διαμόρφωσή του απαιτεί την ενεργό συμμετοχή ενός υπεύθυνου κινήματος παραγωγών και καταναλωτών.
Στη χώρα μας η μετατροπή της πολιτικής αυτής σε κυρίαρχη αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα. Μάλιστα το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα μπορεί να αποτελέσει και μία από τις «ατμομηχανές» που θα μας βγάλει από την κρίση και την ύφεση, αρκεί να αξιοποιηθούν ουσιαστικά τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα, τα οποία είναι:
α. η χαμηλή ένταση του επενδυόμενου χρηματικού κεφαλαίου,
β. η δυνατότητα προσφοράς απασχόλησης στο κύμα των ανέργων της συστημικής κρίσης,
γ. η ισχυρή διακλαδικότητα (κλάδοι εφοδιασμού, επεξεργασίας - μεταποίησης, εμπόριο, ενέργεια, υγεία και τουρισμός),
δ. οι δυνατότητες ουσιαστικής αναπτυξιακής ενίσχυσης της πλειοψηφίας των περιφερειών,
ε. η ενίσχυση δραστηριοτήτων αυξανόμενης ζήτησης στις παγκόσμιες αγορές, αλλά και υποκατάστασης εισαγωγών και
στ. το ευνοϊκό πεδίο για την ενθάρρυνση παραγωγικών και καινοτόμων συνεταιρισμών, αυτοδιαχειριζόμενων επιχειρήσεων, αλλά και άλλων μορφών αλληλέγγυας οικονομίας.
Ο πλούτος των φυσικών πόρων, η βιοποικιλότητα, η καταλληλότητα των εδαφοκλιματικών συνθηκών για την παραγωγή ευρέως φάσματος ποιοτικών προϊόντων με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα, το ανθρώπινο δυναμικό και ο πολιτισμός που είναι ζυμωμένος με τον τόπο, αποτελούν το πολυτιμότερο, αλλά αναξιοποίητο μέχρι σήμερα, κεφάλαιο της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση που απορρέει από πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ: Στη χώρα μας η αύξηση της αξίας του «προϊόντος» του πρωτογενούς τομέα κατά 1%, μπορεί να προσδώσει αύξηση στο συνολικό ΑΕΠ κατά 5%.
Αναδεικνύεται τελευταία ως θετική παράμετρος της κρίσης - η μοναδική, βεβαίως - η αύξηση της απασχόλησης στον αγροτικό τομέα. Είναι επόμενο, ιδιαίτερα για τους νέους τους οποίος θερίζει η ανεργία, να αναζητούν διέξοδο σε παραδοσιακές δραστηριότητες κι ως τέτοια είναι ασφαλώς η επιστροφή και η παραμονή στην ύπαιθρο για ενασχόληση πρωτίστως με τη γεωργία. Το ερώτημα όμως είναι αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις στην επαρχία για να διασφαλιστούν τα ελάχιστα, δηλαδή βιώσιμες συνθήκες και εισόδημα.
Δεν αρκεί να αναφερόμαστε γενικά και αόριστα σε βελτιωμένες κοινωνικές παροχές στην περιφέρεια, όταν αυτές δεν συγκρίνονται με τις αντίστοιχες των αστικών περιοχών. Όπως δεν αρκεί η παραχώρηση εγκαταλειμμένης αγροτικής γης αν δεν συνοδεύεται με συγκεκριμένη υποστήριξη.
Ο γεωργικός τομέας της χώρας μας έχει μεγάλο εύρος και μπορεί να παράγει προϊόντα αυξημένης ζήτησης στην παγκόσμια αγορά, αλλά ταυτοχρόνως να καλύπτει τις διατροφικές μας ανάγκες. Είναι αδιανόητο να έχουν εγκατασταθεί στο τραπέζι μας τυριά από γειτονικές χώρες, όταν τα αντίστοιχα ελληνικά είναι πολύ καλύτερης ποιότητας και μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες μας. Όπως είναι επίσης ακατανόητο να εισάγουμε ζάχαρη γιατί κλείνουμε τα εργοστάσια ζάχαρης και εγκαταλείπουμε την τευτλοκαλλιέργεια, σε μια περίοδο αυξημένης διεθνούς ζήτησης της ζάχαρης.
Όλα αυτά περνούν μέσα από συγκεκριμένους στόχους και διαχρονικές πολιτικές κατά κλάδο και περιφέρεια, αλλά και ουσιαστική στήριξή τους. Ουσιαστική στήριξη θα υπάρξει αν μπει και σε νέες βάσεις η εμπορία των αγροτικών προϊόντων και εφοδίων, ώστε να μην παρατηρούνται φαινόμενα όπως της αγοράς από κτηνοτρόφους ζωοτροφών που παράγονται στην περιοχή τους σε τιμή διπλάσια αυτής που εισπράττουν οι παραγωγοί, ή της κατάληψης των λαϊκών αγορών από τους εμπόρους του χώρου και όχι από τους ίδιους τους αγρότες-παραγωγούς. Δεν αρκεί να μιλάμε μόνο για βιολογική και καινοτόμο γεωργία, αλλά και πώς θα καταφέρουμε να μπει στο τραπέζι του αδύναμου καταναλωτή.
Γι' αυτό χρειάζεται καινούργιο ξεκίνημα στον συνδικαλιστικό χώρο που θα βρει εκείνη τη συνεργατική έκφραση ώστε να τον ξεμπλοκάρει από τον ασφυκτικό κομματικό εναγκαλισμό και να τον μετατρέψει σε ουσιαστικό εκφραστή και υπηρέτη των αγωνιών του Έλληνα αγρότη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη εξειδικεύσει την πρότασή του για το αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα της χώρας μας και μπορεί να πετύχει αυτή την αναγκαία αλλαγή πορείας. Μόνο μια τέτοια επανεκκίνηση της αγροτικής οικονομίας μπορέσει να ευδοκιμήσει και να αποκτήσει εκείνα τα μόνιμα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά που θα συμβάλλουν αποφασιστικά στην έξοδό μας από την κρίση
Δημοσιεύθηκε στην "Αυγή" της Κυριακής 6/1/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου