Άρθρο του Βαγγέλη Αποστόλου στο Agricola της Καθημερινής την Κυριακή 18/10/2020
Η ελληνική γεωργία από την χρηματοοικονομική κρίση του 2008-18 υπέστη, όπως όλοι οι τομείς της οικονομίας, σημαντικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα το 2018 να βρίσκεται περίπου στα επίπεδα του 2008.
Η πανδημία του Covid-19 που διαδέχθηκε την μακροχρόνια χρηματοοικονομική κρίση επηρέασε λιγότερο την πρωτογενή παραγωγή σε αντίθεση με τα υπόλοιπα τμήματα της διατροφικής αλυσίδας μεταποίηση, διανομή, εστίαση που επηρεάστηκαν σημαντικά. Όμως η πανδημία συνέβαλε στο να κατανοήσουμε βαθύτερα τον ρόλο της αγροδιατροφής, όχι μόνο τώρα στην εποχή του Covid-19, αλλά και σε μελλούμενες πανδημίες, που ενδεχόμενα θα εμφανιστούν. Αντιληφθήκαμε τη σημασία της παραγωγής, μεταποίησης, διανομής και κατανάλωσης τροφίμων ευρύτερα.
Η Έκθεση Πισσαρίδη, θέτει πολύ συνοπτικά και γενικά για την οικονομία ως κεντρικό στόχο για την επόμενη δεκαετία την αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού εισοδήματος, με ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και προσφορά περισσότερων ευκαιριών στα πιο αδύναμα νοικοκυριά. Μάλιστα ο στόχος γίνεται ακόμη πιο απαιτητικός καθώς εμφανίζεται να επιδιώκει τη σύγκλιση εισοδημάτων με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Από την πρώτη ανάγνωση της «Έκθεσης» δεν προκύπτει ένα συνολικό στιβαρό σχέδιο/όραμα για την οικονομία– κοινωνία που θέλουμε να δημιουργήσουμε μεσομακροπρόθεσμα. Επίσης η έλλειψη κάθε αναφοράς στη γεωργία και στον πρωτογενή τομέα γενικότερα μας προβληματίζει. Υπάρχουν διατυπώσεις, όπως το να μην επιστρέψουμε στο υπόδειγμα ανάπτυξης που ακολουθούσε η χώρα πριν το 2009. Αποτελεί μια ευχή αλλά προφανώς αυτή δεν αρκεί, πρέπει το νέο υπόδειγμα να διατυπωθεί με σαφήνεια.
Περιμένοντας λοιπόν την ολοκλήρωση της Έκθεσης προκειμένου να αποκρυσταλλωθεί η οριστική μορφή της θα παραθέσω επιγραμματικά ορισμένες προτάσεις για τον πρωτογενή τομέα. Ο πλούτος των φυσικών πόρων, η βιοποικιλότητα, η καταλληλότητα των εδαφοκλιματικών συνθηκών για την παραγωγή ευρέος φάσματος ποιοτικών προϊόντων με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα, το ανθρώπινο δυναμικό και ο πολιτισμός που είναι ζυμωμένος με τον τόπο, αποτελούν τα πολυτιμότερα, αλλά αναξιοποίητα μέχρι σήμερα, δεδομένα της Ελλάδας, στα οποία στηρίζονται οι βασικότερες προτάσεις μας για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Υπαίθρου.
Γι αυτό πρέπει η πολιτεία μαζί με τα θεσμικά όργανα που θα διαθέτουν όμως ευρεία αντιπροσωπευτικότητα, των αγροτών, της μεταποίησης, της διακίνησης, της εστίασης, του τουρισμού, αλλά και του συστήματος των αγροτικών εισροών, να προσδιορίσουν και να συμφωνήσουν σε ένα στρατηγικό σχέδιό που να στηρίζεται σε όλα αυτά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχουμε για παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών ανταγωνιστικών σε μια ολοένα και διεθνοποιούμενη παγκόσμια αγορά και οικονομία.
Ο αγροτοδιατροφικός τομέας θα έχει και δεσπόζουσα θέση, γιατί είναι ένας παραγωγικός τομέας που ανανεώνεται φυσικά, έχει υψηλή ανταποδοτικότητα σε πυκνό χρόνο και μάλιστα χωρίς να απαιτεί υψηλά κεφάλαια και καλύπτει τη βασικότερη παράμετρο της επιβίωσης ενός λαού, τη διατροφή, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει και τεράστιες εξαγωγικές δυνατότητες. Συνάμα είναι και ο χώρος που παρουσιάζει υψηλό δείκτη στενών συνεργειών με άλλους κλάδους και τομείς της πραγματικής οικονομίας, όπως μεταποίηση, εξαγωγές, τουρισμός, εστίαση, τοπικό εμπόριο, κ.ο.κ. Όλοι αυτοί οι τομείς συνδέονται με τον αγροτικό χώρο, επηρεάζονται από τις δραστηριότητές του, εξαρτώνται από τις πρώτες ύλες του και αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη συναφών υπηρεσιών (οικοδομή, μεταφορές, ενέργεια, περιβάλλον, τοπικές επενδυτικές πρωτοβουλίες, δράσεις υπέρ της κοινωνικής συνοχής, κ.ο.κ).
Το σύνολο των επενδύσεων, της κατανάλωσης και των θέσεων εργασίας αυτού του ευρύτερου οικονομικού συμπλέγματος αφορά την πλειοψηφία των καταναλωτών, του εργατικού δυναμικού και των πολιτών και αποτελεί μια ανάπτυξη που χρειάζεται και μπορεί να πετύχει η χώρα μας. Ιδιαίτερα στο τμήμα της μεταποίησης του χώρου και της ανάδειξης των ποιοτικών χαρακτηριστικών των προϊόντων του, υπάρχει και μια τεράστια δυνατότητα για προστιθέμενη αξία, που όχι μόνο θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα, αλλά και θα προσφέρει πρόσθετη απασχόληση και αύξηση στο αγροτικό ΑΕΠ.
Για την κάλυψη του συνολικού επενδυτικού κόστους αυτών των απαραίτητων επενδύσεων σε υποδομές και υπηρεσίες πρέπει να αναζητηθούν οι σχετικοί οικονομικοί πόροι από την ΚΑΠ της επόμενης προγραμματικής περιόδου, το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε. Επιτροπής, τον Αναπτυξιακό Νόμο καθώς και από ενδιαφερόμενους ιδιώτες επενδυτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου