(*) Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013
Το πολιτικό σύστημα οφείλει να αντιδράσει αποφασιστικά
Το πολιτικό σύστημα οφείλει να αντιδράσει αποφασιστικά
Του ΒΑΓΓΕΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Ευβοίας
Από το «εγέρθητω» της πρώτης μετά τις εκλογές συνάντησης του Μιχαλολιάκου
με τους δημοσιογράφους μέχρι τη σφαγή του Παύλου Φύσσα στην Αμφιάλη έχει
κυλήσει πολύ αίμα στο μύλο της Χρυσής Αυγής. Οι ευθύνες είναι πολλές και
διαχέονται από το πολιτικό σύστημα μέχρι την ελληνική κοινωνία.
Η Βουλή ασχολήθηκε πρώτη
φορά με τη Χ.Α. πριν από ένα χρόνο, όταν η Επιτροπή Δεοντολογίας συνεδρίασε με
θέματα τις επιθέσεις βουλευτών της εναντίον μεταναστών και μικροπωλητών σε
διάφορα σημεία της χώρας αλλά και εναντίον της βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Βασιλικής
Κατριβάνου εντός του περιβόλου της Βουλής.
Ως μέλος της Επιτροπής,
τόνισα τότε: «Τα περιστατικά βίας όπου πρωταγωνιστεί η Χ.Α. δείχνουν ότι
πρόκειται για τάγματα εφόδου που πέρασαν τον Ρουβίκωνα. Δεν αποτελούν
μεμονωμένα περιστατικά στην ελληνική πραγματικότητα, με πρωταγωνιστή τη Χ.Α.,
εντάσσονται στην ιδεολογία της και στην τρομοκρατική πρακτική της. Δεν μπορεί
αυτό να αποτελεί κανονικότητα και μέσα στη Βουλή και έξω στην κοινωνία.
Είναι χρέος της
πολιτείας, όχι μόνο να αντιμετωπίσει άμεσα τις σκηνές βίας, αλλά και να
εξαλείψει τα αίτια που εκμεταλλεύεται για να ασκεί τη βία της. Πρέπει να
ρίξουμε άπλετο φως στις γκρίζες ζώνες αλλά και να μην κλείνουμε τα μάτια μας σε
όσα παρέχουν τη δυνατότητα στη Χ.Α. να μπαίνει στα σπίτια, στα σχολεία και σε
χώρους δουλειάς.
Πρέπει να οδηγήσουμε τη
Χ.Α. σε πολιτική, ιδεολογική και πολιτιστική ασφυξία. Μόνον έτσι θα την
απαξιώνουμε κάθε μέρα στα μάτια της ελληνικής κοινωνίας».
Η Επιτροπή έκανε ένα
βήμα καταδικάζοντας ομόφωνα την πρακτική της Χ.Α., ενώ την ίδια στιγμή πρότεινε
στον Πρόεδρο της Βουλής, εφόσον συνεχιστεί (έγινε την επομένη) η
αντικοινοβουλευτική και παράνομη συμπεριφορά των βουλευτών της, να ζητήσει προ
ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή, που, βέβαια, δεν έγινε ποτέ. Και, όπως
φαίνεται, θα γίνει με καθυστέρηση ενός χρόνου και, δυστυχώς, μετά το μαχαίρωμα
του Παύλου.
Είναι όμως
χαρακτηριστικό ότι η Επιτροπή απέρριψε την πρόταση ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ να
κατονομάσει τη βία της Χ.Α. όπως είναι, δηλαδή ρατσιστική και φασιστική. Και,
δυστυχώς, ορισμένα μέσα ενημέρωσης -ευτυχώς ελάχιστα- διέστρεψαν την
πραγματικότητα και έφθασαν μέχρι του σημείου να παρουσιάσουν το άσπρο μαύρο
«ενημερώνοντας» το κοινό ότι η Αριστερά ψήφισε λευκό για την καταδίκη της Χ.Α.
Η κυβέρνηση, αντί να
προσεγγίσει το πρόβλημα και να αντιμετωπίσει τη Χ.Α. ως εγκληματική συμμορία,
όπως τα αλλεπάλληλα επεισόδια αποδείκνυαν, προτίμησε την απαράδεκτη για το
κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα θεωρία των δύο άκρων, εξισώνοντας έτσι την
αξιωματική αντιπολίτευση, δηλαδή την αυριανή κυβέρνηση, με τα τάγματα εφόδου.
Στη μεταδικτατορική
πολιτική ιστορία της χώρας μας η ακροδεξιά είχε κατά περιόδους κοινοβουλευτική
εκπροσώπηση αλλά δεν είχε συμμετοχή στη διακυβέρνηση της χώρας. Ο σημερινός
πρωθυπουργός κανακεύοντας την ακροδεξιά δημιούργησε έδαφος για την ενίσχυση της
Χ.Α. και, όπως γράφει ο Παντελής Μπουκάλας στην «Καθημερινή της Κυριακής»
(22/9/2013), «με την προσφορά κυβερνητικών θέσεων σε στελέχη του ΛΑΟΣ οδήγησε
στη χαλάρωση των κριτηρίων, στην ύπνωση του δημοκρατικού ενστίκτου και στην
εξοικείωση με το αδιανόητο». Και το χειρότερο όλων είναι ότι αυτό το αδιανόητο
βρήκε ανταπόκριση στην ελληνική κοινωνία.
Η δολοφονία του Παύλου
πρέπει να γίνει το έναυσμα για αλλαγή συμπεριφοράς απέναντι στη Χ.Α. Το
πολιτικό σύστημα οφείλει να αντιδράσει αποφασιστικά πριν το φαινόμενο πάρει
διαστάσεις κατάλυσης της δημοκρατίας μας. Και αυτό που πρέπει να λάβει σοβαρά
υπόψη σε αυτή την εγρήγορση είναι ότι η Χ.Α. προϋπήρχε της κρίσης.
Η μνημονιακή διαχείριση
της οικονομικής κρίσης με τη φτωχοποίηση που έφερε στην κοινωνία, αλλά και η
διαφθορά και η αδιαφάνεια που κυριάρχησαν στην πολιτική ζωή τα τελευταία χρόνια
είναι αυτά που έδωσαν το έρεισμα στη Χ.Α. για να φουσκώσει.
Οφείλουμε όλοι μαζί να
αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την εξάπλωση του ναζισμού. Η άρνηση του
πρωθυπουργού στη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών δεν αποτελεί μόνο
μια πολιτική υστεροβουλία, αδιανόητη για ένα κορυφαίο για τον τόπο ζήτημα, αλλά
και δημιουργεί ερωτήματα για την αληθινή πολιτική βούλησή του για το ξερίζωμα
του φαινομένου.
Αλήθεια, μέχρι πότε η
δημοκρατία μας θα χρειάζεται το αίμα των παιδιών μας για να ξεπερνά τις κρίσεις
της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου