Άρθρο του Βαγγέλη Αποστόλου (*)
Δημοσιεύτηκε στην Αυγή της Κυριακής στις 18/08/2019
Εδώ και χρόνια βιώνω στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Εύβοια την εξέλιξη μιας τουλάχιστον αγροτοδασικής πυρκαγιάς με καταστροφικές επιπτώσεις. Τη φετινή χρονιά βίωσα ακόμη μία, σε άλλη περιοχή, την Ελαφόνησο, με τεράστιες επιπτώσεις κι αυτή, ιδιαίτερα οικολογικές.
Και οι δύο φωτιές προκλήθηκαν σε ημέρες που είχαν χαρακτηριστεί επικίνδυνες από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, δηλαδή με υψηλές θερμοκρασίες και έντονους αέρηδες, αλλά και σε περιοχές με δύσκολο ανάγλυφο, δηλαδή σε συνθήκες που δεν επέτρεπαν την επέμβαση των εναέριων μέσων
Γι αυτό και στις δύο περιοχές οι ζημιές έγιναν τη πρώτη ημέρα, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες, μία στην Ελαφόνησο και τρείς στην Εύβοια που χρειάστηκαν για να τεθούν υπό έλεγχο οι φωτιές επιχειρούσαν σχεδόν αποκλειστικά τα εναέρια μέσα (γράφω το κείμενο σε ώρα που επιχειρούν ακόμη στην Εύβοια).
Εμπρηστής στην πρώτη η χωματερή του νησιού, στη δεύτερη αιωρούμενη ακόμη η απορία τι εξυπηρετεί ο εμπρηστής που φαίνεται ότι χτυπάει την περιοχή επί 3 συνεχόμενα χρόνια, την ίδια χρονκή περίοδο.
Κι εδώ μπαίνουν τρία βασικά ερωτήματα:
Πρώτον ως πότε θα ανέχεται όχι μόνο η Πολιτεία, αλλά και οι τοπικές κοινωνίες να λειτουργούν ως μπαρουταποθήκες οι χωματερές; Η απάντηση είναι απλή, όταν οι τοπικοί δημοτικοί άρχοντες υποστούν τις διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος.
Δεύτερον γιατί αγνοούνται στη διαδικασία της δασοπυρόσβεσης οι παράγοντες πρόληψη- έγκαιρη επέμβαση, φτάνοντας μέχρι του σημείου όταν αναφερόμαστε στην καταστολή να εννοούμε την εναέρια επέμβαση; Η απάντηση, όταν η πρόληψη ενταχθεί στη δασοπυρόσβεση ως βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των πυρκαγιών, όπως και η επίγεια έγκαιρη επέμβαση-καταστολή.
Και τρίτον δεν έχει ακόμη γίνει αντιληπτό ότι τουλάχιστον τις μισές ημέρες το χρόνο και στη μισή ελληνική επικράτεια δεν είναι δυνατή και αποτελεσματική η επιχειρησιακή λειτουργία των εναέριων μέσων; Η απάντηση είναι αυτονόητη, ότι θα χρησιμοποιούνται όταν μπορούν να επιχειρούν, αλλά για να υπάρχει επιχειρησιακό αποτέλεσμα και σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να έχουν υλοποιηθεί οι απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα.
Ασφαλώς όλοι χρειάζονται, αλλά ο σχεδιασμός πρέπει να γίνεται με βάση τις αιτίες που προξενούν και επεκτείνουν τις αγροτοδασικές πυρκαγιές και τις δυνατότητες που υπάρχουν σε κάθε περιοχή για αποτελεσματική επέμβαση.
Ένας σωστός σχεδιασμός πυροπροστασίας προϋποθέτει την κατάρτιση αντιπυρικών σχεδίων σε όλη την επικράτεια, τα οποία πρέπει να στηρίζονται κυρίως στην πρόληψη και δευτερευόντως στην καταστολή.
Ο διαχωρισμός της πρόληψης από την καταστολή στέρησε επίσης και τη δυνατότητα στη Δασική Υπηρεσία, που ασχολείται με τη διαχείριση των δασών, να συμμετέχει στη δασοπυρόσβεση. Δεν υπάρχει προηγούμενο ο διαχειριστής ενός φυσικού οικοσυστήματος, ο Δασάρχης στην προκειμένη περίπτωση, να απουσιάζει όταν αυτό καταστρέφεται. Έγινε μια προσπάθεια προεκλογικά για συμμετοχή της Δασικής Υπηρεσίας στη δασοπυρόσβεση, αλλά τουλάχιστον μέχρι σήμερα δεν έχει βρει εφαρμογή.
Όμως ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στους κατοίκους της υπαίθρου που ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας, μιας και αυτοί έχουν από τις πυρκαγιές τις περισσότερες επιπτώσεις από οποιονδήποτε άλλο. Αναφέρω ένα παράδειγμα: Το 60% των εκτάσεων δασικού χαρακτήρα χρησιμοποιούνται από τους κτηνοτρόφους είτε για βόσκηση, είτε για δήλωση ως επιλέξιμες στον ΟΣΔΕ για τις ενισχύσεις. Όταν καίγονται και κηρύσσονται (πολύ σωστά) αναδασωτέες χάνονται οι δυνατότητες αυτές.
Γι αυτό και μακροπρόθεσμα πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα επιτρέψουν στους κατοίκους των περιοχών που πλήττονται από πυρκαγιές, όπως είναι οι κτηνοτρόφοι στην προκειμένη περίπτωση, οι αγρότες, οι δασεργάτες και άλλοι να ασχοληθούν ενεργά και με τη δασοπροστασία αλλά και την εκμετάλλευση των δασών.
Όλα αυτά τα έχω διατυπώσει πολλές φορές την τελευταία εικοσαετία.
(*) Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Ν. Ευβοίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου