Το  ζήτημα της νομιμοποίησης των προ του 1923 υφιστάμενων οικισμών της χώρας μας απασχόλησε πρόσφατα τη Βουλή, μετά την κατάθεση σχετικής τροπολογίας στο ν/σ για την αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης, από βουλευτές των κομμάτων της συγκυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης. Κι επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συμφώνησε με τη συγκεκριμένη τροπολογία, εκθέτω ως εισηγητής τους λόγους της διαφωνίας αλλά και προτάσεις για την επίλυσή του προβλήματος:
Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά για να αντιμετωπισθούν με μια απλή τροπολογία, που άμεσα θα καταρριφθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Επιβάλλεται να προηγηθούν κάποιες άλλες ρυθμίσεις, που θα αποσαφηνίσουν πλήρως το πολεοδομικό τοπίο σε αυτές τις περιοχές, τις αρμοδιότητες οριοθέτησης των οικισμών αυτών, την εγκυρότητα των ορίων τους, την ύπαρξη ή μη διαγραμμάτων εφαρμογής τους και τον ρόλο που φαίνεται να έχουν διαδραματίσει και οι οικείοι ΟΤΑ.
Από το 1977, τουλάχιστον, η νομολογία του ΣτΕ έχει επισημάνει το έκνομο των οριοθετήσεων από τις τότε νομαρχίες των οικισμών των προϋφιστάμενων του 1923, που έφταναν μέχρι του σημείου να εντάσσουν δάση και δασικές εκτάσεις παρά τη ρητή απαγόρευση στις σχετικές εξουσιοδοτήσεις. Παρά ταύτα, συνεχίστηκαν να εκδίδονται μέχρι πρόσφατα οικοδομικές άδειες παρ' ότι η ίδια η διοίκηση γνώριζε ότι στερούνται εγκυρότητας (απόφ. ΣτΕ 122/1977, 1060/85 κ.ά.). Η διαδικασία αυτή ακολουθήθηκε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αλλά ιδιαίτερα σε περιοχές στην Αττική με μεγάλη οικοδομική πίεση, δημιουργώντας κατ' αυτόν τον τρόπο ολόκληρες αυθαίρετες πόλεις.
Μεταγενέστερα επιχειρήθηκε να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα μέσω σχετικών Π.Δ. (1975/1982 κ.ά.) που καθόρισαν τον τρόπο και τα κριτήρια οριοθέτησης οικισμών πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων. Και αυτά τα Διατάγματα καταστρατηγήθηκαν στην πράξη, αφού οι πολεοδομικές υπηρεσίες παρέκαμψαν άλλες υπηρεσίες, που είχαν την αποκλειστική εκ του νόμου αρμοδιότητα να πιστοποιήσουν, αν εν όλω ή εν μέρει, οι εκτάσεις που συμπεριλαμβάνονταν στις οριοθετήσεις οικισμών, έπρεπε να εξαιρεθούν σύμφωνα με τα ανωτέρω Π.Δ. (π.χ. δασικού χαρακτήρα εδάφη, αναδασωτέες εκτάσεις, αιγιαλοί, αρχαιολογικοί χώροι κ.λπ.). Επιχειρήθηκε επίσης να καταστούν έγκυρα σχέδια πόλης, που συμπεριέλαβαν δάση και δασικές εκτάσεις (βλ. άρθρο 9 Ν.999/79 και άρθρο 75 παρ.12 Ν.998/79).
Η σχετική νομολογία του ΣτΕ αλλά και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους επισήμαναν την αντισυνταγματικότητα αλλά και την περιορισμένη εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, άφησαν όμως ανοικτό το ζήτημα της εγκυρότητας σε περιοχές που υφίστανται σχέδια πόλης και έχουν συντελεστεί πράξεις αναλογισμού, ρυμοτόμησης και εφαρμογής σχεδίων, υπό την προϋπόθεση βεβαίως της υπηρέτησης τόσο του περιβάλλοντος όσο και του δημοσίου συμφέροντος.
Δεν αρκεί λοιπόν, να προσδιορίζεται με νομοθετικές πρωτοβουλίες ότι απαλλάσσονται του δασικού χαρακτήρα εκτάσεις που βρίσκονται εντός των ορίων των προϋφισταμένων του 1923 οικισμών, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να υπηρετούνται και ορισμένα κριτήρια.
Όμως τα αρμόδια υπουργεία, αντί να μεριμνήσουν να επαναρυθμίσουν τις έκνομες, σύμφωνα με το ΣτΕ, καταστάσεις δομήσεων των συγκεκριμένων οικισμών, για τις οποίες δεν ευθύνονται οι κάτοχοι των συγκεκριμένων ακινήτων, συνέχισαν να αδιαφορούν, έχοντας ομήρους τους συγκεκριμένους πολίτες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει ουσιαστικές προτάσεις που κωδικοποιημένα είναι:
1) Να κυρωθούν άμεσα οι δασικοί χάρτες και να συνταχθεί το κτηματολόγιο στις συγκεκριμένες περιοχές, ώστε να καταγραφεί η σημερινή κατάσταση της μορφής και του χαρακτήρα των εδαφών, αλλά και να διασφαλιστεί τυχούσα κυριότητα του Δημοσίου.
2) Να κατοχυρωθεί ότι θα επιδιωχθεί η διασφάλιση ενός ισοζυγίου στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος των περιοχών αυτών, από την υποβάθμιση που έχει υποστεί με την αποψίλωση και δόμηση δασικού χαρακτήρα εδαφών. Το Σύνταγμα δεν αφήνει περιθώρια στην Πολιτεία, στις περιπτώσεις που το περιβάλλον υποβαθμίζεται ενάντια στην προστασία που του παρέχει το άρθρο 24, να αντισταθμίζει την υποβάθμιση με αναβάθμιση περιβάλλοντος (ισοζύγιο) σε άλλες θέσεις.
3) Όταν ολοκληρωθούν οι παραπάνω διαδικασίες να προχωρήσει επιλεκτικά ο πολεοδομικός σχεδιασμός όλων αυτών των περιοχών .
Μόνον έτσι θα υπηρετηθεί η νομιμότητα αλλά και το περιβάλλον